Ναμουν του στάβλου εν άχυρο, ένα φτωχό κομμάτι,
την ώρα π’ άνοιξε ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι!
την ώρα π’ άνοιξε ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι!
Να δω την πρώτη του ματιά και το χαμόγελο του,
το στέμμα των ακτινών του γύρω από το μέτωπο του.
το στέμμα των ακτινών του γύρω από το μέτωπο του.
Να λάμψω από τη λάμψη του κι εγώ σα διαμαντάκι,
και από τη θεια του πνοή να γίνω λουλουδάκι,
και να μοσχοβολώ κι εγώ από την ευωδιά
που άναψε στα πόδια του των μάγων η λατρεία
να ιδώ την Αειπάρθενον, να ιδώ το πρόσωπο της
πως εκοκοκκίνισε, καθώς πρωτόειδε το μικρό της,
όταν λευκό, πανεύοσμο το προσωπάκι εκείνο,
της θύμισ’ έτσι άθελα του Γαβριήλ τον κρίνο…
Ναμουν του στάβλου ένα άχυρο, ένα φτωχό κομμάτι.
την ώρα π’ άνοιξε ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι!
και από τη θεια του πνοή να γίνω λουλουδάκι,
και να μοσχοβολώ κι εγώ από την ευωδιά
που άναψε στα πόδια του των μάγων η λατρεία
να ιδώ την Αειπάρθενον, να ιδώ το πρόσωπο της
πως εκοκοκκίνισε, καθώς πρωτόειδε το μικρό της,
όταν λευκό, πανεύοσμο το προσωπάκι εκείνο,
της θύμισ’ έτσι άθελα του Γαβριήλ τον κρίνο…
Ναμουν του στάβλου ένα άχυρο, ένα φτωχό κομμάτι.
την ώρα π’ άνοιξε ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου