Τη νύχτα που παράδερνες μ’ ένα δαυλί στο χέρι
κ’ εσπιθοβόλεις κεραυνούς κ’ έφεγγες σαν αστέρι,
όταν φτωχός, αγνώριστος, μικρός, χωρίς πατρίδα
τη ματωμένη επλεύρωνες, Κανάρη ναυαρχίδα,
αν όταν αναπήδησες με την ορμή του στύλου
μέσα στη μαύρη τη σπηλιά του Καραλή του σκύλου,
κανένας μάντις σώλεγε ότι θα νάλθη ώρα
να ιδής, Κανάρη, ελεύθερη τη δύστυχη τη χώρα..
Από το ποίημα του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη "Το εικοσιένα''
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου